Δευτέρα 10 Μαρτίου 2014

ΛΕΥΚΟΣ ΠΥΡΓΟΣ


 Ο Λευκός Πύργος της Θεσσαλονίκης είναι οχυρωματικό έργο οθωμανικής κατασκευής του 15ου αιώνα (χτίστηκε πιθανόν μεταξύ 1450-70). Σήμερα θεωρείται χαρακτηριστικό μνημείο της Θεσσαλονίκης και είναι ό,τι έχει σωθεί από την κατεδαφισμένη οθωμανική οχύρωση της πόλης. Η σημερινή μορφή του πύργου αντικατέστησε βυζαντινή οχύρωση του 12ου αιώνα, για να χρησιμοποιηθεί στη συνέχεια ως κατάλυμα φρουράς Γενιτσάρων και ως φυλακή θανατοποινιτών. Σήμερα λειτουργεί ως μουσείο και είναι ένα από πιο γνωστά κτίσματα-σύμβολα πόλεων στην Ελλάδα. Έχει 6 ορόφους, 34 μέτρα ύψος και 70 μέτρα περίμετρο.

Ιστορία

Κατά την Τουρκοκρατία έγιναν προσθήκες και τροποποιήσεις στα τείχη της πόλης, στις οποίες εντάσσεται και ο Λευκός Πύργος, μαζί με το Επταπύργιο και τον Πύργο Τριγωνίου). Ο τελευταίος χρονολογείται τον 16ο αιώνα.
Αναμνηστική φωτογραφία του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα, επί οθωμανικής περιόδου.
 
Διάδρομος στο εσωτερικό του Λευκού Πύργου.

 
Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς χτίστηκε, στη θέση προϋπάρχοντος βυζαντινού πύργου, ο οποίος συνέδεε το ανατολικό τμήμα της οχύρωσης της Θεσσαλονίκης (που σώζεται και σήμερα), με το θαλάσσιο (το οποίο κατεδαφίστηκε το 1867). Παλιότερα πιστευόταν πως ήταν έργο των Βενετών αλλά αυτό έχει πια απορριφθεί από τη σύγχρονη ιστοριογραφία. Κατά μία εκδοχή, η χρονολογία κατασκευής του μνημείου τοποθετείται περί το 1450-1470, λίγο μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους (1430) και πρόκειται για ένα από τα πρωιμότερα δείγματα οθωμανικής οχυρωματικής που λαμβάνει υπόψη της το πυροβολικό.
Έχει διατυπωθεί η υπόθεση πως αρχιτέκτονας του Πύργου ήταν ο φημισμένος Μιμάρ Σινάν, βάσει της ομοιότητας με ανάλογο πύργο στη Valona (Αυλώνα) της Αλβανίας ο οποίος κτίστηκε τη δεκαετία του 1530. Χρονολόγηση κορμών ξύλου που χρησιμοποιήθηκαν στο Λευκό Πύργο έδειξε ότι κόπηκαν το έτος 1535 αλλά υπάρχει η πιθανότητα οι κορμοί να χρησιμοποιήθηκαν σε εκτεταμένη επισκευή του μνημείου. Όλα αυτά καταδείχνουν τις δυσκολίες στη χρονολόγηση μνημείων της οθωμανικής στρατιωτικής αρχιτεκτονικής της εποχής της Αναγέννησης.
Γύρω από τον πύργο υπήρχε χαμηλός οκταγωνικός περίβολος (προτείχισμα) με τρεις επίσης οκταγωνικούς πύργους, το οποίο κατεδαφίστηκε στις αρχές του 20ου αι. Ο περίβολος αυτός χρησίμευε κυρίως για να προστατεύει τον Πύργο από τη θάλασσα αλλά θεωρείται πιθανή η χρήση του και για την τοποθέτηση βαρέων πυροβόλων τα οποία θα έλεγχαν την ακτογραμμή και το λιμάνι.
Είναι κυλινδρική κατασκευή με ύψος 33,9 μέτρα και διάμετρο 22,7 μέτρα. Έχει έξι ορόφους, οι οποίοι επικοινωνούν με εσωτερικό κλιμακοστάσιο, το οποίο ελίσσεται κοχλιωτά και σε επαφή με τον εξωτερικό τοίχο. Με αυτό τον τρόπο, σε κάθε όροφο υπάρχει μια κεντρική κυκλική αίθουσα διαμέτρου 8,5 μέτρα , με την οποία επικοινωνούν μικρότερα τετράπλευρα δωμάτια, ανοιγμένα στο πάχος του εξωτερικού τοίχου. Ο 6ος όροφος έχει μόνο κεντρική αίθουσα και έξω από αυτήν ένα δώμα με θέα του τοπίου γύρω από τον πύργο. Η ύπαρξη αφοδευτηρίων, τζακιών και καπναγωγών δείχνει πως ο πύργος προοριζόταν όχι μόνο ως αμυντικό έργο αλλά και για στρατιωτικό κατάλυμα.

ΕΠΙΣΗΜΟ SITE ΛΕΥΚΟΥ ΠΥΡΓΟΥ: www.lpth.gr

ΠΗΓΕΣ :

  • Wikipedia
  • Εικόνες Google
  • Ιστοσελίδα Υπουργείου Πολιτισμού και αθλητισμού

Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

ΑΡΧΑΙΑ ΡΩΜΑΙΚΗ ΑΓΟΡΑ





 Η Αρχαία Ρωμαϊκή Αγορά είναι ένα από τα ομορφότερα στολίδια της Θεσσαλονίκης που χτίστηκε το 42 π.Χ.-138 μ.Χ., αποκαλύφθηκε στις αρχαιολογικές ανασκαφές του 1966 και βρίσκεται μεταξύ των οδών Φιλίππου, Αγνώστου Στρατιώτου, Ολύμπου και Μακεδονικής Αμύνης.
 
Ο χώρος της Αγοράς μοιάζει με μια χρονομηχανή που ταξιδεύει τον κάθε επισκέπτη στο παρελθόν και του γνωρίζει την ομορφιά της τότε Θεσσαλονίκης, που δεν μοιάζει καθόλου με την σημερινή. Αποτελούσε το κοινωνικό, οικονομικό, διοικητικό, πνευματικό και θρησκευτικό κέντρο όλης της πόλης. Εκεί υπήρχαν τα πιο επιβλητικά και μεγαλοπρεπή δημόσια κτίρια. Στην αγορά γινόταν εμπορικές συναλλαγές, συνήθως στον κεντρικό αύλιο χώρο της πόλης. Ήταν ένας ανοικτός χώρος, στον οποίο συγκεντρώνονταν οι άρρενες κάτοικοι της πόλης. Εκτός από τον εμπορικό της χαρακτήρα, η Αγορά ήταν και ο τόπος στον οποίο οι αρχαίοι συζητούσαν τις πολιτικές εξελίξεις, τα κοινά, γνωρίζονταν και φιλοσοφούσαν. Είχε μια μεγάλη κεντρική πλατεία με μεγάλες κιονοστοιχίες, φιλοξενούσε ένα ωδείο, ένα χώρο θεαμάτων, αρχείο, νομισματοκοπείο, λουτρό, μαγαζιά και μεγάλες στοές από τις οποίες η καλύτερα σωζόμενη είναι η «κρυπτή στοά».
Η Ρωμαϊκή Αγορά της Θεσσαλονίκης, άρχισε να κατασκευάζεται στα τέλη του 2ου μ.Χ. αιώνα και μέχρι τον 5ο αιώνα λειτούργησε ως το διοικητικό κέντρο της πόλης. Αποκαλύφθηκε σε ανασκαφές το 1962, ενώ οι εργασίες ανάδειξης ξεκίνησαν το 1989. Στο Μουσείο εκτίθενται ευρήματα από τις ανασκαφές του χώρου, τα οποία παρουσιάζουν την ιστορία της Αγοράς, σε συνδυασμό με τη διαχρονική πορεία της πόλης.
Η Ρωμαϊκή της Αγορά στη Θεσσαλονίκη είναι τετράπλευρη, ήταν παλαιότερα μεγαλύτερη και στην ουσία ήταν μια μεγάλη κεντρική πλατεία με μεγάλες κιονοστοιχίες, που φιλοξενούσε το Ωδείο, ένα χώρο θεαμάτων, αρχείο, νομισματοκοπείο, λουτρό, μαγαζιά και μεγάλες στοές από τις οποίες η καλύτερα σωζόμενη είναι η «κρυπτή στοά» (cryptoporticus), η οποία δεν ήταν καθόλου κρυφή κατά την ίδρυσή της.
Νότια της Αγοράς διερχόταν η Εγνατία, η βασιλική οδός. Η Αγορά είχε τη δική της περίφραξη και με αυτή συναρτάται ένα μοναδικό μνημείο που από τον 19ο αιώνα, φυλάσσεται στο Λούβρο και λεγόταν από τους κατοίκους «Ινκαντάδας», δηλαδή «οι μαγεμένες». Νοτιότερα, πάνω από την εξέδρα, υπάρχουν τα Λουτρά Παράδεισος (Μπέη Χαμάμ) οθωμανικών χρόνων του 15ου αιώνα, που έχουν αποκατασταθεί. Στην άλλη γωνία της πλατείας, τη νοτιοδυτική, βρίσκεται η θαυμάσια Παναγία των Χαλκέων.
Από την Αρχαία Αγορά ξεκινούν περίπατοι προς όλα τα σημεία της πόλης. Βρισκόμαστε στον κεντρικό άξονα του ιστορικού κέντρου και σε ίση απόσταση από όλα τα όριά του.
Το μουσείο εκτείνεται κάτω από την επιφάνεια του εδάφους και ως συνέχεια της Κρυπτής Στοάς.
 
Στον προθάλαμό του, ο επισκέπτης μπορεί να βρει κείμενα με το ιστορικό 

αποκάλυψης της Ρωμαϊκής Αγοράς και των διεκδικήσεων για την ανάδειξή του, 
καθώς και στοιχεία για τις εργασίες ανέγερσης του μουσείου.
 
Στην κυρίως αίθουσα ξεδιπλώνεται η ιστορία του χώρου. Από τα ελληνιστικά 
χρόνια, οπότε λειτουργούσαν εργαστήρια παραγωγής αγγείων και ειδωλίων, την 

περίοδο ακμής της Ρωμαϊκής Αγοράς και μέχρι τον 4ο αιώνα, οπότε έπαψε να 
είναι 
το διοικητικό κέντρο της περιοχής και άρχισαν να λειτουργούν ξανά εργαστήρια 
κεραμικής. Επίσης, παρουσιάζονται εκθέματα που σχετίζονται με τη νεότερη 
ιστορία της περιοχής, κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας και μέχρι την πυρκαγιά 
του 1917. Όλα τα εκθέματα πλαισιώνονται από επεξηγηματικά κείμενα και φωτογραφίες.
 
 
ΑΡΧΑΙΑ ΑΓΟΡΑ (το Forum των Ρωμαίων)




Κύριο σημείο αναφοράς στην πόλη της Θεσσαλονίκης υπήρξε ο χώρος της Αρχαίας 


Αγοράς και στην ελληνιστική και στη ρωμαϊκή εποχή. Ιδιαίτερα στα χρόνια των 


Ρωμαίων ο χώρος της Αγοράς (Forum)αποτελούσε το κοινωνικό και θρησκευτικό 


κέντρο όλης της πόλης και το χώρο όπου υπήρχαν τα πιο επιβλητικά και 


μεγαλοπρεπή δημόσια κτίρια.
 



Οι Ρωμαίοι, λαός κύρια πολεμικός, διατήρησαν και χρησιμοποίησαν πολλά 



στοιχεία από την ελληνική αρχιτεκτονική και πολεοδομία. Όμως τα έργα τους διακρίνονταν 


 και για την "ορθογωνισμένη" ετρουσκική αντίληψη οργάνωσης των χώρων, που 


 δίνει αρχιτεκτονικές λύσεις στα ρωμαϊκά κτίρια με πολυσύνθετη λειτουργική 


ποικιλία.
 


Κατά τη Ρωμαϊκή εποχή και ιδιαίτερα στους όψιμους αυτοκρατορικούς χρόνους, 

κυριαρχούν στη Θεσσαλονίκη, όπως άλλωστε και σε κάθε ρωμαϊκή επαρχία, πάγια 

λειτουργικά και μορφολογικά κτιριακά στοιχεία, παρμένα από το πρότυπο της 

 
Ρώμης.





Κύριο χαρακτηριστικό των πόλεων ήταν η ύπαρξη δύο κύριων οδικών αξόνων

 , κάθετων μεταξύ τους, που είχαν κατά κανόνα προσανατολισμό: βορράς-νότος ο 

 ένας (cardo) και ανατολή-δύση ο άλλος(decumanus). Οι δρόμοι αυτοί με αψίδες,

 τόξα, περιστύλια και με στοές, που δημιουργούσαν συχνά αίθρια με αναβρυτήρια

 (συντριβάνια), νυμφαία και κρήνες, συναντιούνταν στο χώρο της Αγοράς 
 
 (Forum)γύρω από την οποία αναπτύσσονταν τα μεγαλοπρεπή και συχνά 

 πομπώδη δημόσια κτίρια.
 

Οι αρχαιολογικές έρευνες και οι διάφορες μαρτυρίες πείθουν πως παρόμοια εικόνα 

αίγλης και μεγαλείου επικρατούσε και στη Θεσσαλονίκη. Ο ένας δρόμος (βορράς-

νότος) προσδιορίζεται στη σημερινή οδό Βενιζέλου, που ένωνε το λιμάνι με την  

Άνω Πόλη (Ακρόπολη), όπου στρατοπέδευε η φρουρά της πόλης. Ο άλλος είναι η 

σημερινή οδός Εγνατία (ανατολή-δύση), που ένωνε τις δύο κύριες πύλες τωνΤειχών  

 της Θεσσαλονίκης: την Κασσανδρεωτική στα ανατολικά και την πύλη του Αξιού 

(Χρυσή Πύλη) στα δυτικά. Στο μέσο σχεδόν της διαδρομής της σημερινής οδού 

Εγνατία ήταν η Αρχαία Αγορά, κάτι αντίστοιχο με την Ελληνική Αγορά αλλά με 

αρχέτυπο το κέντρο της Ρώμης, το Forum Romanum.




 


Άποψη του χώρου της Αρχαίας Αγοράς. Στο πρώτο πλάνο το Ωδείο με τις 

πλινθόκτιστες κερκίδες και τη σκηνή.
 
Αριστερά, τμήματα της πολυόροφης στοάς (cryptoporticus) και στο μέσο η πλατεία.

Η Αρχαία Αγορά, που βρίσκεται μεταξύ των οδών Φιλίππου, Αγνώστου 

Στρατιώτου, Ολύμπου και Μακεδονικής Αμύνης, βόρεια και σε μικρή απόσταση 

από την οδό Εγνατία, αποκαλύφθηκε στις αρχαιολογικές ανασκαφές του 1966. Τα
 
ευρήματα των ανασκαφών αυτών υπήρξαν σημαντικά για την τοπογραφία αλλά και 

για την ιστορία της πόλης. Στο ΒΔ τμήμα του χώρου των ανασκαφών
   
αποκαλύφθηκε ένας μεγάλος ορθογώνιος χώρος (πλατεία) με ίχνη μαρμάρινων 

πλακοστρώσεων, στο Α τμήμα ένα Ωδείο με διαμορφωμένες οπτοπλινθόκτιστες 

κερκίδες και σκηνή, το ισόγειο τμήμα μίας πολυώροφης στοάς (cryptoporicus) στο 

νότιο τμήμα της πλατείας, τμήματα κιονοστοιχίας, ψηφιδωτά δάπεδα, μαρμάρινα 

σκαλοπάτια, τμήμα λιθόστρωτου δρόμου, οχετοί και αγωγοί αποχέτευσης κ.ά. 

 Ακόμα βρέθηκαν πολλά αργυρά νομίσματα, καθώς και λίθινα και μαρμάρινα 

γλυπτά. Σε ένα τοίχο διαμερίσματος της στοάς αποκαλύφθηκε μία μεγάλης 

σημασίας και αξίας παλαιοχριστιανική τοιχογραφία, που παρίστανε δύο 

ανθρώπους σε στάση προσευχής με ένα σταυρό ανάμεσά τους. Πιο πάνω 

διακρινόταν ο Χριστός καθισμένος σε θρόνο. Η τοιχογραφία αυτή αποδεικνύει ότι ο 

χώρος της Αρχαίας Αγοράς χρησιμοποιήθηκε και σαν τόπος συγκέντρωσης των 

χριστιανών της πόλης κατά τους όψιμους ρωμαϊκούς χρόνους και ακόμα πως ο 

 ίδιος χώρος ταυτίζεται με αυτόν που αναφέρουν οι αρχαίοι συγγραφείς στους βίους 

και το Μαρτύριο του πολιούχου της πόλης Αγίου Δημητρίου.



 
Πηγές
 
http://thessaloniki-gold.com/gr/thessaloniki/thessaloniki-attractions/roman-forum.htm
 
http://www.yppo.gr/5/g5161.jsp?obj_id=17870
 
 http://wikimapia.org/1456106/el/%CE%91%CF%81%CF%87%CE%B1%CE%AF%CE

%B1-%CE

%A1%CF%89%CE%BC%CE%B1%CF%8A%CE%BA%CE%B7-%CE%91%CE%B3%CE

%BF%CF%81%CE%AC


 
Αγγελική Τσιακμάκα

ΟΜΑΔΑ : ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΗ

Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2014

ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ


Ο ναός βρίσκεται στη συμβολή των οδών Αγίας Σοφίας και Ερμού. Αφιερωμένος στο Χριστό, τον αληθή Λόγο και τη Σοφία του Θεού γιόρταζει στις 14 Σεπτεμβρίου την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού.
Η αρχαιότερη γραπτή αναφορά στο ναό χρονολογείται το 795 αλλά τα αρχαιολογικά δεδομένα δείχνουν ότι κτίστηκε στα τέλη του 7ου αιώνα στη θέση πεντάκλιτης βασιλικής του 5ου αιώνα, η οποία καταστράφηκε από σεισμό περίπου το 620. Ο ναός αποτελεί τυπικό δείγμα μεταβατικού σταυροειδούς με τρούλλο και περίστωο, εξέλιξη του νέου αρχιτεκτονικού ρυθμού της τρουλλαίας βασιλικής.




  Στη διάρκεια της λατινοκρατίας στη Θεσσαλονίκη (1204-1224) ο ναός έγινε καθεδρικός των Λατίνων. Μετά την παλινόρθωση της βυζαντινής κυριαρχίας στην πόλη αποτέλεσε και πάλι την ορθόδοξη επισκοπική έδρα της Θεσσαλονίκης έως το 1523/24, επί Μακτούλ Ιμπραήμ Πασά, οπότε και μετατράπηκε σε τζαμί. Στη βορειοδυτική γωνία του κατασκευάστηκε πύργος ανόδου στα υπερώα, πιθανώς ως ο πρώτος μιναρές το τζαμιού.

 
Το 1890 πυρκαγιά προκάλεσε καταστροφές στο κτίσμα, το οποίο αναστηλώθηκε το 1907-1909 από το βυζαντινολόγο Κάρολο Ντηλ. Στις 29 Ιουνίου 1913 ο χώρος καθαγιάστηκε εκ νέου και αποδόθηκε στη χριστιανική λατρεία. Μετά τους σεισμούς του 1978 ακολούθησαν εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης στην ανωδομή και τον ψηφιδωτό διάκοσμο και παράλληλα διεξήχθη ανασκαφική έρευνα στο εσωτερικό του ναού και στον περιβάλλοντα χώρο του. 
Ο ψηφιδωτός διάκοσμος του ναού έχει εκτελεστεί σε τρεις διαφορετικές περιόδους. Στα χρόνια της Εικονομαχίας ανήκει ο ανεικονικός διάκοσμος της καμάρας του ιερού βήματος με τους σταυρούς και τα φύλλα σε επάλληλα τετράγωνα, όπως πιστοποιούν και τα τρία ψηφιδωτά μονογράμματα του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Στ΄, της μητέρας του Ειρήνης της Αθηναίας και του επισκόπου Θεσσαλονίκης Θεοφίλου. Στην ίδια περίοδο χρονολογείται και ο μεγάλος σταυρός στο τετρατοσφαίριο της αψίδας, ίχνη του οποίου μόλις που διακρίνονται κάτω από την μεταγενέστερη, μέσα στον 11ο - 12ο αιώνα παράσταση της ένθρονης Παναγίας Βρεφοκρατούσας. Στον τρούλλο η μεγαλειώδης σύνθεση της Ανάληψης ανάγεται στα τέλη του 9ου αιώνα και αποτελεί κορυφαίο δείγμα της λεγόμενης ''Αναγέννησης της εποχής των Μακεδόνων αυτοκρατόρων''. Η επιγραφή στη βάση του τρούλλου, που αναφέρει το όνομα του αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης Παύλου (880-885), δεν συσχετίζεται με την κατασκευή του.
 

Οι τοιχογραφίες του ναού ανάγονται στον 11ο αιώνα και συνδέονται με την ανέγερση του νάρθηκα μετά το 1037. Διατηρούνται λίγες μορφές μοναχών αγίων τα τόξα των παραθύρων του και ανάμεσά τους η Αγία Θεοδώρα της Θεσσαλονίκης (δίπλα στη βόρεια είσοδο).

 
Ο γλυπτός διάκοσμος του ναού δεν είναι έργο μίας φάσης. Στους κίονες του ισογείου και στα κιονόκρανά τους χρησιμοποιήθηκε υλικό του 5ου και 6ου αιώνα. Ο άμβωνας, έργο του 5ου αιώνα, μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1905. Οι μαρμάρινοι κοσμήτες φαίνεται πως είναι σύγχρονοι της ανέγερσης του ναού.

 
Το 1988 μαζί με αρκετά άλλα βυζαντινά μνημεία , ο ναός της Αγίας Σοφίας αναγνωρίστηκε από την UNESCO ως μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
 

Πληροφορίες και φωτογραφικό υλικό χρησιμοποιηθήκαν από τα εξής site :

1dimplagiarist.blogspot
Wikipedia.org
e-yliko.gr

ΑΓΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ



Λίγα λόγια για τον Άγιο Δημήτριο…
Ο Άγιος Δημήτριος γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 260 μ.Χ. και καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια. Αυτοκράτορας ήταν τότε ο  Διοκλητιανός και Τετράρχης στην Μακεδονία και σε ολόκληρη την ανατολή, ο Γαλέριος Μαξιμιανός (284-305μ.Χ),  εποχή κατά την οποία έγινε φοβερός διωγμός κατά των χριστιανών. Ο Μαξιμιλιανός διόρισε δούκα της Θεσσαλονίκης και στρατηγό της Θεσσαλίας τον Δημήτριο, γιατί ήταν ανδρείος, έξυπνος και έμπειρος στην στρατηγική.
Όταν ο Μαξιμιλιανός έμαθε πως ήταν χριστιανός και μάλιστα κήρυττε τον λόγο του θεού στους ειδωλολάτρες τον φυλάκισε σε ένα παλιό λουτρό. Την εποχή εκείνη γινόντουσαν αγώνες στο ιπποδρόμιο και ο Λυαίος ένας ψηλός και χειροδύναμος παλαιστής χλεύαζε και προκαλούσε τους χριστιανούς να παλέψουν μαζί του αλλά κανείς δεν τολμούσε.
Ο Νέστωρας, που ήταν ένας από τους μαθητές του Αγίου Δημητρίου, πήγε στην φυλακή και ζήτησε την ευχή του και την ευλογία του για να παλέψει με τον άπιστο Λυαίο που τα έβαζε με τους χριστιανούς. "Ύπαγε και τον Λυαίο θα νικήσεις και υπέρ Χριστού θα μαρτυρήσεις" του είπε ο Άγιος. Πράγματι ο Νέστωρας φωνάζοντας "Ο Θεός του Δημητρίου βοήθει μοι" κατάφερε με μία επιδέξια κίνηση με το ξίφος να τον χτυπήσει θανάσιμα.
Ο Μαξιμιανός αφού έμαθε τα γεγονότα διέταξε να τους σκοτώσουν και τους δύο αμέσως. Έτσι ο Άγιος Νέστωρας αποκεφαλίστηκε έξω από τη Χρυσή Πύλη με το ξίφος του και ο Άγιος Δημήτριος θανατώθηκε από τις λόγχες των στρατιωτών. Οι χριστιανοί των ενταφίασαν στον τόπο του μαρτυρίου του όπου άρχισε να αναβλύζει μύρο και έτσι πήρε το προσωνύμιο μυροβλύτης.
Η μνήμη του τιμάται στις 26 Οκτωβρίου, είναι πολιούχος της Θεσσαλονίκης, όπου υπάρχει μεγαλόπρεπος ναός προς τιμήν του χτισμένος πάνω στον τόπο του μαρτυρίου του και εκεί φυλάσσονται και τα ιερά λείψανά του.
Ο Ι. Ναός του Αγίου Δημητρίου του Μυροβλύτου κτίσθηκε στα μέσα του 5ου αι. από τον έπαρχο του Ιλλυρικού Λεόντιο πάνω στον τάφου του Αγίου, ο οποίος μαρτύρησε ως χριστιανός με το στρατιωτικό αξίωμα του ανθυπάτου επί του αυτοκράτορος Μαξιμιανού (292-311), που διέταξε «λόγχαις ἀναιρεθῆναι τὸν μάρτυρα» μετά την ήττα του Δανδήλου παλαιστού Λυαίου από τον μαθητή του Δημητρίου Νέστορα στον χώρο του Σταδίου της πόλεως. Μεγάλη πυρκαγιά μεταξύ των ετών 629 και 639 κατέστρεψε μεγάλο μέρος αυτού του κτηρίου. Η ευσέβεια του λαού της Θεσσαλονίκης με επικεφαλής τον Επίσκοπο Ιωάννη τον ξανακτίζει διευρύνοντάς τον. Το 904 ο Ναός λεηλατήθηκε από τους Σαρακηνούς και αρπάχτηκε σε κομμάτια το ιερό «Κιβώριο». Άλλη διαρπαγή νέου «Κιβωρίου» σημειώνεται από τους Νορμανδούς 281 χρόνια αργότερα, όταν καταλήφθηκε η πόλη από αυτούς το 1181.

Το 1493 ο Ναός μετατρέπεται σε τζαμί από τους Τούρκους. Στο βορειοδυτικό μέρος του Ναού μεταφέρεται το κενοτάφιο του Αγίου και απομονώνεται από το Τζαμί. Με την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το 1912 ο Ναός επαναλειτουργεί ως χώρος λατρείας - τιμής του Αγίου Δημητρίου. Η πυρκαγιά της 5ης και 6ης Αυγούστου του 1917 αποτεφρώνοντας τα δύο τρίτα της Θεσσαλονίκης μετέβαλε σε ερείπια και τον ιστορικό Ναό, ο οποίος επί χίλια πεντακόσια συνεχή έτη αποτελούσε το κόσμημα και το καύχημα της δεύτερης πρωτεύουσας του ελληνικού Γένους. Αναστηλωτικές εργασίες αποκατέστησαν την αρχική του μορφή. Για το ιστορικό του Ναού του Αγίου Δημητρίου και για την τιμή του Μυροβλήτου Μάρτυρος υπάρχουν πλούσιες πηγές, από τις οποίες μπορεί να σχηματιστεί όχι απλά μια ιστορική εικόνα, αλλά και να κατανοηθεί η ιδιαιτερότητα της ιστορίας της Θεσσαλονίκης, που έζησε παράλληλα και άρρηκτα συνδεδεμένη με την τιμή του Μυροβλήτη και προστάτης της Αγίου. Με το διάταγμα των Μεδιολάνων, που υπέγραψε ο Μ. Κωνσταντίνος το 313 μ.Χ., οι Θεσσαλονικείς Χριστιανοί ελεύθερα πλέον έσπευσαν αμέσως να τιμήσουν τον συμπολίτη τους μάρτυρα Δημήτριο, χτίζοντας έναν μικρό Ναό «οικίσκο» στο χώρο όπου είχε μαρτυρήσει και ταφεί, κοντά στο υπόγειο ερειπωμένου ρωμαϊκού λουτρού δίπλα στο Στάδιο της πόλεως: «...οἰκία φορητοῖς ἐπικεχωσμένη καὶ στενουμένη ὑπὸ τῶν περιβόλων τοῦ δημοσίου λουτροῦ και τοῦ σταδίου». Ο χώρος αυτός του Ναΐσκου του Αγίου Δημητρίου γρήγορα έγινε κέντρο της λατρείας - τιμής του. Απ’ όλα τα μέρη συνέρρεαν οι πιστοί, άλλοι για να προσευχηθούν στον τάφο του Μεγαλομάρτυρος και άλλοι για να θεραπευθούν από βαριές ασθένειες με το μύρο που ανέβλυζε από τον τάφο του Αγίου. Μεταξύ των προσκυνητών ήταν και ο έπαρχος του Ιλλυρικού Λεόντιος από το Σίρμιο, ο οποίος θεραπεύθηκε τελείως από ασθένεια που έπασχε. Ο Λεόντιος από ευγνωμοσύνη προς τον Άγιο Δημήτριο έκτισε στα 413 στην ίδια θέση του μικρού Ναού νέο επιβλητικό Ναό που με διάφορες προσθήκες, επισκευές και διαρρυθμίσεις σώθηκε μέχρι τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917, οπότε και καταστράφηκε, για να αναστηλωθεί στη συνέχεια «ἐκ βάθρων».

Ο Ναός του Αγίου Δημητρίου ως μνημείο τέχνης αποτελεί ένα από τα πλέον υπέροχα χριστιανικά μνημεία της ελληνικής Ανατολής. Η αρχιτεκτονική του μας διέσωσε τον γνησιότερο τύπο της ελληνιστικής βασιλικής ή των δρομικών Ναών, με ξύλινη αμφικλινή στέγη. Φέρει εγκάρσιο κλίτος έμπροσθεν του Ιερού Βήματος και υπερώα επάνω από όλα τα κλίτη και τον νάρθηκα. Η σημερινή της μορφή είναι του 7ου αι. και αποτελεί μία από τις σημαντικότερες εκκλησίες - μαρτύρια. Χωροταξικά τοποθετείται στο κέντρο της παλαιάς πόλεως, βορειοανατολικά της αρχαίας αγοράς. Έχει διαστάσεις κάτοψης 43,58 μ. (μήκος) και 33 μ. (πλάτος). Με τέσσερεις κιονοστοιχίες η Βασιλική χωρίζεται σε πέντε κλίτη ή στοές. Το μεσαίο κλίτος είναι ευρύτερο από τα υπόλοιπα τέσσερα, χωρίζεται από αυτά με οκτώ πράσινους, δώδεκα λευκούς κίονες και τέσσερεις πεσσούς, που κοσμούνται με κιονόκρανα, τα οποία στέφονται με επιθέματα. Η επένδυση των τοίχων και των πεσσών με πολύχρωμες πλάκες συνιστούν την ορθομαρμάρωση του υπερυψωμένου κεντρικού κλίτους. Τα πλάγια κλίτη στεγάζονται με κλιμακωτές στέγες, ώστε να δημιουργούνται μονόλοβα, δίλοβα και τρίλοβα παράθυρα, δια των οποίων εισέρχεται άπλετο φως στον μεγαλόπρεπο εσωτερικό χώρο της Βασιλικής. Άνωθεν των πλαγίων κλιτών οικοδομήθηκαν ευρύχωροι Γυναικωνίτες. Οι δεκαπέντε περίπου παραλλαγές των κιονοκράνων, όπως οι διακοσμήσεις ακανθώδους σχήματος, οι κεφαλές κριών, λοιποί φυτικοί διάκοσμοι, αετοί με ανοικτές τις πτέρυγές του κ.ά, μας διασώζουν μια χριστιανική τέχνη απαράμιλλης ποιοτικής αξίας και αισθητικής. Ένα έκτο κλίτος διαμορφώνεται κάθετα στα προηγούμενα, φέρει τέσσερεις ερυθρούς και οκτώ λευκούς κίονες και τέσσερεις πεσσούς με κορινθιακά κιονόκρανα και επίκρανα και φιλοξενεί το Ιερό Βήμα του Ναού, μετά των πτερυγίων αυτού και της ημικυκλικής αψίδος. Ας σημειωθεί εδώ ότι το υλικό κατασκευής των κιόνων είναι αιγυπτιακός πορφυρίτης, προκονησιακό μάρμαρο και θεσσαλικός ή ατράκιος λίθος.

Αν και έχουν περάσει τόσοι αιώνες από τον καιρό της κατασκευής της και έχει ταλαιπωρηθεί από τον χρόνο, σεισμούς, πυρκαγιές και αναστηλώσεις, διατηρεί τη γνησιότητα και το πνεύμα της μεγαλοφροσύνης που ξεχωρίζει την αρχιτεκτονική της εποχής, καθώς και την έξοχη και διαχρονική καλλιτεχνική αξία και αισθητική, όπως μπορούμε να κρίνουμε από όσα μέρη διασώθηκαν. Κατανοούμε λοιπόν τους λόγους διά τους οποίους η Βασιλική του Αγίου Δημητρίου κυριαρχεί λειτουργικά και οπτικά επί σειρά αιώνων στη Θεσσαλονίκη, μια και υπήρξε όχι μόνο το κέντρο της τιμής του Αγίου Δημητρίου, πολιούχου και προστάτη της πόλεως, αλλά και ο κατεξοχήν λατρευτικός χώρος της πρωτεύουσας της μακεδονικής γης, όπου η χριστιανική πίστη συνδέθηκε άμεσα και άρρηκτα με τις παραδόσεις και την ιστορία του Ορθόδοξου Ελληνικού Έθνους.

 
ΜΕΡΙΚΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ 
ΑΓΙΟ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

 

 













Πηγές πληροφοριών και φωτογραφιών :
  • www.inad.gr/
  • www.madata.gr/epikairotita/san-simera/307364.html